Έπαυλη με πίθους
Τα καταβυθισμένα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της έπαυλης που είναι σήμερα ορατά, εκτείνονται σε μία περιοχή έκτασης περί τα 1600 τ.μ. σε απόσταση περίπου 50 μ. από την ακτή. Ο άξονάς της έχει κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ και το μέγιστο μήκος της περί τα 40 μ. Το ΒΔ κτίριο της έπαυλης διαιρείται σε δύο επιμήκη τμήματα: το δυτικό, αποτελούμενο από επτά μικρά δωμάτια και απόληξη σε αψίδα στα νότια, και το ανατολικό, στο οποίο βρίσκονταν μεγάλος αριθμός πίθων. Κατά τις έρευνες των τελευταίων ετών εντοπίστηκαν και ερευνήθηκαν συνολικά 33 δωμάτια και ανοιχτοί χώροι αλλά είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πολλοί ακόμη χώροι που βρίσκονται ολικώς ή μερικώς θαμμένοι στον βυθό.
Η έπαυλη της Π. Επιδαύρου εντάσσεται στην κατηγορία που οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν villa rustica, για να περιγράψουν μία έπαυλη που ήταν κτισμένη στην ύπαιθρο σε ανοιχτό χώρο, συχνά ως τμήμα ενός μεγάλου κτήματος αγροτικού χαρακτήρα. Οι επαύλεις αυτές μπορεί να χρησίμευαν τόσο ως τόπος κατοικίας του ιδιοκτήτη του κτήματος, της οικογένειάς του και όσων είχε στην υπηρεσία του, όσο και ως κέντρο διαχείρισης της αγροτικής παραγωγής. Συχνά υπήρχαν επιπλέον κτίρια για τη στέγαση των αγροτών που εργάζονταν στο κτήμα και για το στάβλισμα ζώων και την αποθήκευση των αγροτικών προϊόντων. Άλλα χαρακτηριστικά των αγροτικών επαύλεων ήταν η παρουσία μεγάλου αριθμού αγγείων, όπως αμφορείς κ.ά. για την αποθήκευση αλλά και τη μεταφορά των προϊόντων σε διάφορες αγορές.
Ο βασικός στόχος αυτών των επαύλεων ρωμαϊκού τύπου δεν ήταν η αυτάρκεια στην παραγωγή αλλά η παραγωγή πλεονάσματος που θα αποτελούσε αντικείμενο εμπορίου και θα ήταν επικερδές. Αυτό το στοιχείο εξηγεί το ότι οι περισσότερες από αυτές τις επαύλεις βρίσκονταν σε προσβάσιμες θέσεις, κοντά σε πόλεις, οδικά δίκτυα, ποτάμια, λίμνες και τη θάλασσα – όπως είναι και η περίπτωση της Αρχαίας Επιδαύρου.
Ο χώρος όπου βρίσκεται το πλακόστρωτο δάπεδο φαίνεται ότι ήταν ένα ορθογώνιο δωμάτιο.
Η τοιχοδομή είναι κατασκευασμένη με μεγάλους αργούς λίθους.
Πάνω στο δάπεδο βρέθηκαν τρεις οπτόπλινθοι κυκλικού σχήματος από υπόκαυστο.
Η ύπαρξη τους, αν και δεν είναι in situ, ενισχύει την υπόθεση της ύπαρξης λουτρικής κατασκευής στο χώρο της έπαυλης.
Η ύπαρξη λουτρού σε χώρο ανεξάρτητο από τον κυρίως χώρο της έπαυλης συνάδει με άλλα παραδείγματα επαύλεων ρωμαϊκών χρόνων, τα οποία ως επί το πλείστον χρονολογούνται στον 2ο αι. μ.Χ.
Στο ανατολικό τμήμα της έπαυλης βρίσκονταν μεγάλος αριθμός πίθων, πολλοί εκ των οποίων παραμένουν ακόμη in situ και χρησίμευαν στην αποθήκευση τροφών, στερεών ή υγρών, π.χ. λαδιού ή κρασιού. Οι πίθοι είναι στερεωμένοι στο δάπεδο, με κονίαμα εξωτερικά. Σε αρκετούς πίθους διακρίνονται επεμβάσεις επισκευής ήδη από την αρχαιότητα με μολύβδινους συνδέσμους. Σήμερα είναι ορατές τέσσερις σειρές πίθων, οι οποίοι είναι 20 στο σύνολο αλλά ο αρχικός τους αριθμός πρέπει να ήταν μεγαλύτερος.